Ο Κρητικός ύπατος αρμοστής:
Ο σκοτεινός Υπατος της Μικράς Ασίας- Ο ρόλος του Υπατου Αρμοστή Αριστείδη Στεργιάδη τον Αύγουστο – Σεπτέμβριο του 1922 και οι ευθύνες του στον αφανισμό της Σμύρνης
Τέτοιες μέρες, το 1922, η Σμύρνη ήταν παραδομένη από τους Τούρκους στις φλόγες (13 -17 Σεπτεμβρίου 1922). Πέντε μέρες και νύχτες χρειάστηκαν για να μετατραπεί σε νεκροταφείο: 25.000 Ελληνες Μικρασιάτες χάθηκαν τότε. Αλλοι τόσοι ήταν οι νεκροί από τις 27 Αυγούστου (9 Σεπτεμβρίου με το νέο ημερολόγιο), όταν οι δυνάμεις του Κεμάλ έμπαιναν στην πόλη. Ηταν η τελευταία πράξη του δράματος, που οδήγησε στον ξεριζωμό των Ελλήνων της Μικράς Ασίας και τον αφανισμό 2.150 ελληνικών οικισμών της περιοχής…
Η πιο αινιγματική προσωπικότητα, που εμπλέκεται άμεσα στην καταστροφή της Σμύρνης παραμένει ο Αριστείδης Στεργιάδης. Ο επί 40 μήνες Ελληνας Υπατος Αρμοστής. Στο πρόσωπό του συγκεντρώθηκε το γενικό ανάθεμα και επί δεκαετίες, όποιος άρθρωνε κάποιο υπερασπιστικό λόγο διακινδύνευε να χαρακτηριστεί, περίπου, ως εθνικός μειοδότης.
Μια σειρά από αιτίες ανέδειξαν τον νομομαθή Κρητικό στο νούμερο ένα αποδιοπομπαίο τράγο για τον ξεριζωμό των Μικρασιατών. Με τη δημόσια σιωπή και στάση του τα χρόνια, που ακολούθησαν, συνέβαλε κι ο ίδιος στην ανακήρυξή του σε προδότη των προδοτών.
«Απαντήσεις»
Υπέργηρος πια, σε μια από τις σπάνιες δημόσιες αναφορές του, κάνοντας λόγο για τον βίο και την πολιτεία του, σημειώνει για τη «μικρασιατική περιπέτεια», όπως την ονομάζει: «Σιωπώ απέναντι της γενικής σχεδόν τυφλώσεως…».
Στη μοναδική συνέντευξή του, μετά την καταστροφή (εφημερίδα «Πατρίς» το 1930) θ αποδώσει τη δραματική εξέλιξη στις πολιτικές των συμμάχων και ειδικά των Αγγλων. «Απαντώντας», κατά καιρούς, στις κατηγορίες εναντίον του θα παραπέμπει στα αρχεία της εποχής για την αθωότητα και στο έργο του, που συντελέστηκε κατά την αρμοστεία του στη Δυτική Μικρά Ασία.
Το έργο του ήταν πράγματι αξιόλογο. Είναι ακόμη γεγονός πως ούτε η Ανακριτική Επιτροπή Ενόχων Εθνικής Καταστροφής ούτε κάποιο κόμμα ή κυβέρνηση τον απεκάλεσε δημόσια ένοχο εσχάτης προδοσίας. Σε αντίθεση, βεβαίως, με τον προσφυγικό κόσμο και το σύνολο των Ελλήνων πολιτών.
Το έδαφος πάνω στο οποίο ευδοκίμησε αυτή η πεποίθηση ήταν:
-ο τρόπος άσκησης της απόλυτης εξουσίας, που συγκέντρωσε στη Σμύρνη
-η απόκρυψη μέχρι την τελευταία στιγμή της επικείμενης καταστροφής από τους Μικρασιάτες και η απαγόρευση λήψης αμυντικών μέτρων προστασίας τους
-η απουσία κάθε μέτρου για τη μεταφορά των προσφύγων σε ασφαλές μέρος
-ο τρόπος φυγής του από την πόλη, μια μέρα πριν από την έναρξη της καταστροφής.
Εγκατέλειψε τη Σμύρνη (26 Αυγούστου/8 Σεπτεμβρίου 1922), όταν οι προφυλακές του Κεμάλ έμπαιναν σ” αυτή. Υπό την προστασία βρετανικού αγήματος, που άνοιγε βίαια δρόμο ανάμεσα σε απελπισμένους και πανικόβλητους Ελληνες, που τον καταριόνταν, μετέφερε σε πολεμικό πλοίο τις αποσκευές του. Ακόμη και καρέκλες, όπως λέγανε! Μέσω Κωνσταντινούπολης πήγε στη Ρουμανία κι εγκαταστάθηκε μετά στη Γαλλία.
Το κοινό αίσθημα
Οι πολύπαθες μάζες των προσφύγων και το κοινό αίσθημα τον ήθελαν να παραμείνει στη θέση του, όπως ο μητροπολίτης Χρυσόστομος, που σφαγιάστηκε. Εστω να δώσει λόγο, όπως οι «έξι» που εκτελέστηκαν αργότερα ως υπεύθυνοι της καταστροφής. Αυτός, όμως, ποτέ δεν επέστρεψε στην Ελλάδα και η φυγή του αποτελούσε ομολογία ενοχής για την πλειονότητα των Ελλήνων.
Πάντως, για την πολιτεία του στη Σμύρνη, ο πιο εύγλωττος χαρακτηρισμός είναι «ξετσίπατος», αντί για «ύπατος», που του αποδώσανε οι Σμυρνιοί πριν από την καταστροφή.
Ο Στεργιάδης, ως ιστορικό πρόσωπο, παραμένει ακόμη ένα μυστήριο. Δυστυχώς, αναξιοποίητα παραμένουν προς το παρόν, τουλάχιστον, ορισμένα από τ αρχεία του στο Ηράκλειο (στο «αρχείο Στεργιάδη» και τη Βικελαία βιβλιοθήκη).
Ο «Ασιάρχης» που έγινε… εμπόδιο στη φυγή των Ελλήνων
Μάϊος 1919
Ο Στεργιάδης φθάνει στη Σμύρνη και αναλαμβάνει τα καθήκοντα του Υπατου Αρμοστή. Πολύ γρήγορα αναδείχτηκε σε «ασιάρχη» και οι δικτατορικές ενέργειές του τον έφεραν σ” αντίθεση με το σύνολο των Μικρασιατών και όλες τις τοπικές αρχές.
Νοέμβριος 1920
Η βασιλική κυβέρνηση που ανέλαβε, μετά τη συντριβή του Βενιζέλου στις εκλογές, παραδόξως δεν αποδέχτηκε την παραίτησή του. Ηταν ο μοναδικός βενιζελικός, που δεν διώχτηκε, διατηρώντας μάλιστα μια τόσο κρίσιμη θέση.
Αύγουστος/Σεπτέμβριος 1922
Ενώ το μέτωπο κατέρρεε, μετά τη γενική επίθεση των Τούρκων, ο Αριστείδης Στεργιάδης στέλνει το παρακάτω έγγραφο στην Αθήνα.
Πρόκειται για εμπιστευτικό, κυβερνητικό έγγραφο, στο οποίο ο ύπατος αρμοστής της Σμύρνης ενημερώνει την ελληνική κυβέρνηση στην Αθήνα. Το στέλνει στις 18 Αυγούστου 1922 και το κεντρικό του θέμα είναι η ελλιπής ενημέρωσή του ίδιου από τον αρχηγό της στρατιάς για την κατάσταση στο μέτωπο (*) που στη συνέχεια γίνεται ‘’κακή εκτίμηση’’ της κατάστασης, αφού ο αρχιστράτηγος έχει διαψεύσει τις φήμες που κυκλοφορούν περί σπασίματος του μετώπου.
Στο τέλος διατυπώνει την προσωπική του εκτίμηση, για ενδεχόμενη καταστροφή και επισημαίνει τον κίνδυνο που ήδη διατρέχουν οι χριστιανικοί πληθυσμοί αν ακολουθήσουν τον υποχωρούντα στρατό, χωρίς τον σχηματισμό μιας ‘’ζώνης ασφαλείας’’ γι αυτούς και την τύχη τους. Κρούει και τον κώδωνα του κινδύνου και για την ίδια τη Σμύρνη.
Στο τέλος του εγγράφου μαζί με τη διατύπωση της επιτακτικής ανάγκη να πάνε προσωπικά στη Σμύρνη μέλη της κυβέρνησης, είναι η πρώτη φορά, από τις επόμενες που θα ακολουθήσουν, όπου ο Στεργιάδης ζητά από την ελληνική κυβέρνηση να στείλει πλοία στη Σμύρνη και να ληφθεί πρόνοια για την ασφάλεια της.
(*) το ‘’παρελθόν Σάββατο’’ που αναφέρεται στην επιστολή αφορά την 13/8/1922, μέρα της μεγάλης εχθρικής επίθεσης κατά του ελληνικού μετώπου στην ‘’εξέχουσα’’ του Αφιόν Καραχισάρ. ..
Η μαρτυρία-κλειδί και οι εντολές της Αθήνας
Ο Γ. Παπανδρέου(βέβαια μόνον αυτός,γιατί ο Γ.Π. στη συζήτηση δεν αναφέρει κάποιον παριστάμενο) που λίγες μέρες πριν από την καταστροφή, βρέθηκε στη Σμύρνη και ως απεσταλμένος του Κόμματος των Φιλελευθέρων, συζητά με τον Στεργιάδη, προκειμένου να ενημερωθεί για την κατάσταση λέει:
«Ο αρμοστής Στεργιάδης, με τον κυνισμόν που τον εχαρακτήριζεν, είχεν είπει:
-Βλέπω την κατάρρευσιν.
-Και γιατί δεν ειδοποιείς τον κόσμον να φύγη;
-Καλύτερα να μείνουν εδώ να τους σφάξη ο Κεμάλ, γιατί, αν πάνε στην Αθήνα, θα ανατρέψουν τα πάντα…».
Η μαρτυρία παρατίθεται από τον ιστορικό Γρ. Δαφνή και,αν αληθεύει,αποτελεί το κλειδί για την ακατανόητη, κατά τ άλλα στάση, του Στεργιάδη.
Βεβαίως, δεν πρόκειται για εκτίμηση προσωπική, αφού από άλλες πηγές προκύπτει, με σαφήνεια, ότι αυτή ακριβώς ήταν η κυβερνητική επιλογή. Τις παραμονές της κατάρρευσης οι εντολές από την Αθήνα ήταν κατηγορηματικές:
-Αποφύγετε δημιουργία Προσφυγικού Ζητήματος (τηλεγράφημα Γούναρη προς Στεργιάδη στις 18 Αυγούστου 1922).
Αλλωστε, ένα ακριβώς μήνα νωρίτερα η βασιλική κυβέρνηση Πρωτοπαπαδάκη – Γούναρη είχε θεσπίσει νόμο, χωρίς συζήτηση στη Βουλή (ν. 2878 της 16ης Ιουλίου 1922), με τον οποίο απαγορευόταν η είσοδος στη χώρα όσων δεν είχαν διαβατήρια. Επομένως και των προσφύγων!
Η πράξη αυτή κρίθηκε τόσο εγκληματική, ώστε αποτέλεσε ενοχοποιητικό στοιχείο «εσχάτης προδοσίας» στη δίκη, καταδίκη και εκτέλεση των έξι τον Νοέμβριο του 1922 από το επαναστατικό δικαστήριο.
Η… ΑΠΟΣΤΟΛΗ
Ο μοιραίος αυτός άνθρωπος, που επιλέχτηκε προσωπικά από τον Ελ. Βενιζέλο, αλλά έμεινε στο πόστο του και μετά τις εκλογές του Νοεμβρίου 1920,σχεδόν μόνος αυτός ακλόνητος από όλο τον βενιζελικό κόσμο-,είχε πράγματι εκπληρώσει στο ακέραιο την αποστολή του. Εμπόδισε συνειδητά κάθε προσπάθεια των Ελλήνων της Μικρασίας να οργανωθούν οι ίδιοι αμυντικά. Τους έκρυψε μέχρι τέλους την αλήθεια. Αρνήθηκε να τους δώσει όπλα. Κι ακόμη περισσότερο, έκανε ό,τι περνούσε από το χέρι του για να μη φύγουν έγκαιρα……
«ΠΑΡΑΦΡΟΝΑΣ ΚΑΙ ΕΓΩΙΣΤΗΣ»
«Της αφαντάστου ταύτης καταστροφής, βεβαίως, αίτιοι είναι οι πολιτικοί και προσωπικοί σας εχθροί, πλην και υμείς φέρετε μέγιστον της ευθύνης βάρος… Διότι απεστείλατε εις Μ. Ασίαν ως Υπατον Αρμοστήν, ένα τούτ αυτό παράφρονα και εγωιστήν, φλύαρον, απερροφημένον εν των αυτοθαυμασμώ του και καταφρονούντα και υβρίζοντα και δέροντα και εξορίζοντα και φυλακίζοντα όλα τα υγιή και σώφρονα στοιχεία του τόπου…». (Ο μητροπολίτης Χρυσόστομος Σμύρνης στην τελευταία επιστολή του προς Βενιζέλο στο Παρίσι, στις 25 Αυγούστου 1922, λίγο πριν σφαγιαστεί από τους Τούρκους)
«ΑΠΟΔΙΟΠΟΜΠΑΙΟΣ ΤΡΑΓΟΣ»
«Προσεφέρετο κατεξοχήν ο Στεργιάδης για την ανάληψη του ρόλου του αποδιοπομπαίου τράγου: Δεν εσφαγιάσθη στη Σμύρνη, όπως ο νεομάρτυρας Χρυσόστομος δεν εκτελέστηκε με τους έξι. Δεν ήταν Λαϊκός ως προς τα κομματικά φρονήματα, ενώ οι Φιλελεύθεροι τον κατέτασσαν στους εξωμότες γιατί παρέμεινε στη θέση του και μετά τις εκλογές του 1920, αν και με την ένθερμη προτροπή του Βενιζέλου. Επιπλέον δεν εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα, αλλά προτίμησε την Ευρώπη κάτι που συνιστούσε περίπου ομολογία ενοχής. Δεν μίλησε για την υπεράσπισή του… (Μ. Καρέλης πρώην δήμαρχος Ηρακλείου και ευρωβουλευτής)
Η… ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΗ
Ηταν οργανωτικός και με διαυγή αντίληψη
Οσοι προσφέρουν λόγο υπερασπιστικό για τον Στεργιάδη, προβάλλουν το γεγονός ότι δεν είχε στρατιωτική εξουσία και επομένως συμμετοχή στην κατάρρευση. Ηταν, λένε, το εκτελεστικό όργανο της κυβέρνησης των Αθηνών. Εξαίρουν τον οργανωτικό του ρόλο και αρκετοί προσθέτουν ότι είχε συνείδηση των γεγονότων.
Από τον διορισμό του, ακόμη, διερωτόνταν εμπιστευτικά, αν η ελληνική εκστρατεία στη Μικρά Ασία δεν ήταν προορισμένη να καταλήξει σ” έναν ελληνοτουρκικό πόλεμο και, τελικά, σε μια νέα «Σικελική εκστρατεία» (η πανωλεθρία της αρχαίας Αθήνας το 415-413 π.Χ.).
Εδρασε, σημειώνουν, με γνώμονα το μεγάλο μυστικό, που άλλοι έκαναν ότι δεν γνώριζαν. Οτι, δηλαδή, η περιοχή δεν είχε προσφερθεί από τους Αγγλογάλλους στους Ελληνες για κατάκτηση. Αλλά προσωρινά και για λογαριασμό τους. Οσο για τον φιλοτουρκισμό, οι ίδιοι λένε ότι η κατηγορία οφείλεται στην προσπάθειά του για ίση μεταχείριση όλων των Σμυρνιών κι όχι μόνο των ομοεθνών. Υποτίθεται ότι ακολουθούσε μια πολιτική που μπορούσε να γίνει γενικώς αποδεκτή, εμποδίζοντας να ξεσπάσουν αντεκδικήσεις των Ελλήνων κατά των Τούρκων.
Σύμφωνα με την ίδια λογική ήταν ο μόνος (εκτός του Βενιζέλου), που είχε αντιληφθεί τι ακριβώς έπρεπε να γίνει «διά να καταστή δυνατή η μετ αυτών (των Τούρκων) οριστική συμβίωσις υπό ελληνικήν διοίκησιν». Γι αυτό και ο Βενιζέλος όχι μόνο δεν έπαιρνε υπόψη τις καταγγελίες εναντίον του, αλλά κατηγορούσε τους εχθρούς του. «Ενέκρινε και χειροκροτούσε» τη στάση του, διότι «μόνον ο Στεργιάδης παραμένει έχων διαυγή την αντίληψιν της καταστάσεως, προσπαθών να σώση αυτήν από του ναυαγίου εις το οποίον φέρεται». Νεότεροι ιστορικοί, όπως ο Ν. Πετσάλης Διομήδης και Γ. Γιανουλόπουλος, εκτιμούν, όμως, ότι τον ρόλο αυτό ο αρχηγός των Φιλελευθέρων «τον είχε αναθέσει σε λάθος πρόσωπο. Εναν άνθρωπο μονόχνωτο, με ανεξέλεγκτες εκρήξεις οργής, που δεν διέθετε κανενός είδους διπλωματικότητα, η οποία ήταν απαραίτητη προκειμένου να επιβάλει κανείς την τάξη στους εξημμένους, επικεφαλής των Ελλήνων της Σμύρνης, χωρίς ταυτοχρόνως να τους προσβάλει και να τους προκαλεί…».
Ο Βενιζέλος, άλλωστε, μετά την ήττα και την αποχώρησή του από την Ελλάδα, τον συμβούλευσε να παραμείνει στη θέση του υπάτου. Ν αποδεχτεί την πρόταση του διαδόχου του πρωθυπουργού Δ. Ράλλη. Δυστυχώς, πάλι, συμπερασματικός λόγος του Βενιζέλου για τη συνολική στάση του Στεργιάδη, μετά την καταστροφή της Σμύρνης, δεν διατυπώθηκε δημοσίως…
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ
Από τον Θέρισο «φυγάς» στη Νίκαια
Ο Αριστείδης Στεργιάδης γεννήθηκε στο Ηράκλειο Κρήτης το 1861. Σπούδασε στη Νομική Αθηνών και ειδικεύτηκε στο οθωμανικό δίκαιο στο Παρίσι. Από το 1889 ασκούσε τη δικηγορία στη γενέτειρά του.
Το 1905 πήρε μέρος στην επανάσταση του Θέρισου. Από τότε αρχίζει η φιλία και η αφοσίωσή του στον Ελ. Βενιζέλο. Για την απελευθερωτική δράση του φυλακίστηκε από τους Αγγλους (επιτηρούσαν τότε το νησί).
Μετά την αποφυλάκιση και έως το 1910 ήταν πρόεδρος του δημοτικού συμβουλίου Ηρακλείου. Πριν ακόμη από την ένωση της Κρήτης, πήρε μέρος στη σύνταξη νόμων για τον μουσουλμανικό πληθυσμό στην Ελλάδα.
Το 1917 τοποθετήθηκε από τον Βενιζέλο γενικός διοικητής Ηπείρου. Επί δύο χρόνια στη θέση αυτή διακρίθηκε για τις διοικητικές του ικανότητες. Ιδιαίτερα για την αντιμετώπιση της διαδεδομένης ληστείας. Αλλά και τον χειρισμό θεμάτων, καθώς στην Ηπειρο συμπλέκονταν αλβανικές και ιταλικές διεκδικήσεις.
Ασκησε, με αυταρχισμό, ακόμη και χειροδικίες, τα καθήκοντά του, αποκτώντας, μάλιστα, το προσωνύμιο Αλή πασάς…
Από την έναρξη των διαπραγματεύσεων, με τις δυνάμεις της Αντάντ (Φεβρουάριος 1919) για την ελληνική απόβαση και κατοχή της Σμύρνης, ο Βενιζέλος τον προόριζε για διοικητή της περιοχής. Ο ίδιος αρνήθηκε αρχικώς, αλλά τελικά μετά την απόβαση (Μάιος) δέχτηκε το αξίωμα του Υπατου Αρμοστή. Παρέμεινε στη θέση αυτή παρά τις αντιδράσεις και τις καταγγελίες σε βάρος του, μ επιμονή του Βενιζέλου. Τη διατήρησε, όμως, προς γενική κατάπληξη και μετά την ήττα των Φιλελευθέρων στις εκλογές του Νοεμβρίου του 1920.
Στην πορεία των γεγονότων κλήθηκε από διάφορες πλευρές, χωρίς ν αποδεχθεί, ν αναλάβει την αρχηγία ενός αυτόνομου Ιωνικού κράτους στη Δυτική Μικρά Ασία μετά την αποχώρηση του ελληνικού στρατού, την ηγεσία του Κόμματος των Φιλελευθέρων, το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών, αλλά ακόμη και την πρωθυπουργία στην Ελλάδα!
Μετά την καταστροφή έζησε στη Νίκαια της Γαλλίας (πέθανε το 1950), μισθοδοτούμενος, λένε μερικοί ιστορικοί, από βρετανικές υπηρεσίες.
ΠΗΓΕΣ:
Εφημερίδα ΤΟ EΘΝΟΣ,
εφημερίδας ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ της 7.4.1927.
ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ