Ο Αργύριος Μοσχίδης (1865 – 1912) είναι μια από τις κορυφαίες πνευματικές φυσιογνωμίες της Λήμνου των νεοτέρων χρόνων. Οι έρευνες και το πάθος του για την ιστορία απέφεραν το μοναδικό έργο Η Λήμνος, το οποίο αποτελεί τη βάση των ερευνών όλων των μεταγενέστερων ιστορικών και ιστοριογράφων του νησιού.
Ο Μοσχίδης γεννήθηκε στα Καμίνια το 1865 και το αρχικό του επώνυμο ήταν Κωνστάντιος. Το επώνυμο «Μοσχίδης» προήλθε από το όνομα του πατέρα του, που λεγόταν Μόσχος. Οι γονείς του ήταν αγρότες και κατοικούσαν σε μια μάντρα έξω από τον οικισμό, στο λόφο Σώκαστρο. Από νωρίς έδειξε το ενδιαφέρον του για τα γράμματα και αποφοίτησε από το τοπικό τριτάξιο σχολείο με άριστα. Στη συνέχεια έμεινε στα Καμίνια μέχρι την ηλικία των 17 ετών βοηθώντας τον πατέρα του στις αγροτικές δουλειές, στις οποίες τον προόριζε για διάδοχο, μιας κι ήταν μοναχοπαίδι.
Όμως η φιλομάθεια του Μοσχίδη και οι πιέσεις του δασκάλου του χωριού ανάγκασαν τον πατέρα του να τον στείλει στο Σχολαρχείο του Κάστρου (σημερινή Μύρινα), την πρωτεύουσα του νησιού, από όπου αποφοίτησε σε ηλικία 20 ετών με άριστα. Εκείνη την περίοδο στα Καμίνια συνέβη μια σημαντική ανακάλυψη, γεγονός που σφράγισε το Μοσχίδη και τον οδήγησε στην απόφαση να ασχοληθεί με την ιστορία της πατρίδας του. Γύρω στα 1885 βρέθηκε στο Σώκαστρο από τον πατέρα του και έναν άλλο γεωργό της περιοχής η περίφημη Στήλη των Καμινίων, ένα μοναδικό μνημείο της πελασγικής γλώσσας.
Το 1885 ο Μοσχίδης γράφτηκε στην Ευαγγελική Σχολή της Σμύρνης και στη συνέχεια στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, από όπου έλαβε το πτυχίο του το 1894, σε ηλικία 29 ετών. Αμέσως, ζήτησε να διοριστεί ως διευθυντής στην Αστική Σχολή Κάστρου (Μύρινας), θέση που του αρνήθηκαν οι τότε υπεύθυνοι για κομματικούς λόγους. Έτσι διορίστηκε διευθυντής στην Αναξαγόρειο Σχολή Βουρλών.
Το 1898 έφυγε για παιδαγωγικές σπουδές στα Μονάχου και του Βερολίνου, όπου εκπόνησε τη διδακτορική του διατριβή με θέμα Rerum lemniacarum mythica tempora. Επέστρεψε στα Καμίνια την άνοιξη του 1901 με πολύ υλικό από τις έρευνές του, το οποίο κατασχέθηκε από τον Τούρκο αστυνομικό διευθυντή του Μούδρου. Όμως, με τη βοήθεια της ελληνικής κοινότητας του Μούδρου το υλικό φυγαδεύτηκε στο Κάστρο και ο Μοσχίδης εγκατέλειψε τη Λήμνο. Εγκαταστάθηκε στο Αϊβαλί ως διευθυντής στο Γυμνάσιο Κυδωνιών.
Το 1905 νυμφεύθηκε τη Φιλίτσα Τενεκίδου από τα Βουρλά, η οποία ήταν πρώτη εξαδέλφη της μητέρας του ποιητή Γιώργου Σεφέρη. Το ίδιο έτος μετακόμισε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, για να εργαστεί στο Αβερώφειο Γυμνάσιο. Το 1908 ανέλαβε διευθυντής της Αμπετείου Σχολής του Καΐρου. Στο Κάιρο πέθανε ξαφνικά το 1912, μετά από μία κρίση σκωληκοειδίτιδας και μια αποτυχημένη επέμβαση.
Από το 1900 o Μοσχίδης άρχισε να δημοσιεύει ιστορικά άρθρα, τα οποία αφορούσαν κυρίως στη Λήμνο, αλλά και στους τόπους όπου κατά καιρούς εργάστηκε. Τα άρθρα αυτά έκαναν μεγάλη εντύπωση, διότι κανείς ως τότε δεν είχε ασχοληθεί τόσο συστηματικά με την ιστορία του νησιού. Η μεγάλη αξία των άρθρων έγκειται στο γεγονός ότι εκτός από τις ιστορικές αναφορές, έκανε υποδείξεις σχετικά με πιθανούς αρχαιολογικούς χώρους στη Λήμνο. Οι υποδείξεις αυτές οδήγησαν, μετά το 1920, τους αρχαιολόγους στην διενέργεια ανασκαφών, από τις οποίες αναδείχθηκε η τεράστια σημασία της Λήμνου κατά την προϊστορική περίοδο. Γι” αυτό ο Μοσχίδης θεωρείται ο πρόδρομος των αρχαιολογικών ευρημάτων του νησιού.
Το 1907 εξέδοσε στην Αλεξάνδρεια το μοναδικό του βιβλίο: Η Λήμνος – Ιστορικόν δοκίμιον της νήσου ταύτης, τεύχος Α΄, με χορηγία του προέδρου της «Λημνιακής Αδελφότητας», Νικολάου Ντάλλη. Σε αυτό αναπτύσσει την ιστορία του νησιού από την προϊστορική εποχή ως το 1770. Τη νεότερη ιστορία, μαζί με λαογραφικό και άλλο υλικό σκόπευε να συμπεριλάβει στο τεύχος Β΄, το οποίο δεν πρόλαβε να εκδώσει πριν από τον πρόωρο θάνατό του και τελικά το έργο χάθηκε στην καταστροφή της Σμύρνης, όπου είχε καταφύγει η απορφανισμένη οικογένειά του.
Γιά να διαβάσετε τα παρακάτω κείμενα κλικάρετε πάνω στο κάθε ένα ξεχωριστά.