Οι Μικρασιάτες ιερωμένοι που έλαβαν ενεργό μέρος στον Μακεδονικό Αγώνα ήταν ο Μητροπολίτης Δράμας Χρυσόστομος (ο μετέπειτα μάρτυρας Μητροπολίτης Σμύρνης +1922), ο Θεμιστοκλής Χατζησταύρου Αρχιδιάκονος και Πρωτοσύγκελλος της Ιεράς Μητροπόλεως Δράμας, ο Πρωτοσύγκελλος Θεσσαλονίκης Αιμιλιανός από το Ικόνιο της Μικράς Ασίας (ο μετέπειτα μάρτυρας Μητροπολίτης Γρεβενών +1911), ο Μητροπολίτης Πρεσπών και Αχριδών Γερμανός και ο Μητροπολίτης Τιβεριουπόλεως και Στρωμνίτσης Γρηγόριος Ωρολογάς.
Γρηγόριος Κυδωνιών (1864 – 1922)Έλληνας ιεράρχης, που μαρτύρησε στις Κυδωνιές (Αϊβαλί) κατά τη διάρκεια της Μικρασιατικής Καταστροφής..Ο Γρηγόριος, κατά κόσμον Αναστάσιος Αντωνιάδης ή Σαατσόγλου (Ωρολογάς κατά τη δική του μεταγλώττιση), γεννήθηκε το 1864 στη Μαγνησία της Μικράς Ασίας (σημερινή Μανίσα Τουρκίας). Σπούδασε στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης κι εκάρη μοναχός με το όνομα Γρηγόριος. Από το 1891 εργάστηκε ως ιεροκήρυκας και καθηγητής στην Έφεσο, τη Θεσσαλονίκη και τις Σέρρες. Ως ιεροκήρυκας ανήκει στους πρώτους που στο κήρυγμά τους χρησιμοποίησαν τη δημοτική γλώσσα.
Από το 1902 έως το 1908 διετέλεσε μητροπολίτης Τιβεριουπόλεως (Στρωμνίτσης) – περιοχή που ανήκει σήμερα στη Βόρεια Μακεδονία – και συνεργάστηκε στενά με τον μητροπολίτη Δράμας Χρυσόστομο (Καλαφάτη) (1902-1910), τον κατοπινό εθνομάρτυρα μητροπολίτη Σμύρνης (1910-1922) για την προάσπιση των εθνικών ελληνικών δικαίων σε μια περίοδο έξαρσης του Μακεδονικού Αγώνα.
Αγωνίστηκε όχι μόνο κατά των Τούρκων, αλλά ιδιαίτερα εναντίον της Βουλγαρικής προπαγάνδας και του Βουλγαρικού Κομιτάτου, μέλη του οποίου προσπάθησαν, πολλές φορές, να τον δολοφονήσουν. Η τουρκική κυβέρνηση, όταν πληροφορήθηκε την εθνική δράση του Γρηγορίου, ανάγκασε τον Οικουμενικό Πατριάρχη Ιωακείμ Γ’ να τον ανακαλέσει στην Κωνσταντινούπολη και να τον τοποθετήσει τον Ιούνιο του 1908 στη νεοσύστατη μητρόπολη Κυδωνιών.
Ο Γρηγόριος, παρά τους εξευτελισμούς που υφίστατο από τις τουρκικές αρχές, αγωνιζόταν να σώσει και να θρέψει το ποίμνιό του. Όταν στις 15 Σεπτεμβρίου 1922 πληροφορήθηκε τη σφαγή τού μητροπολίτη Μοσχονησίων Αμβροσίου και των 6.000 κατοίκων τους από τους Τούρκους, κατόρθωσε να πείσει τους Κεμαλικούς να έλθουν ελληνικά πλοία από τη Μυτιλήνη με αμερικανική σημαία και με την εγγύηση του Αμερικανικού Ερυθρού Σταυρού και να παραλάβουν 20.000 Έλληνες από τις 35.000 που κατοικούσαν τις Κυδωνιές.
Ο Γρηγόριος αρνήθηκε να εγκαταλείψει τη μητρόπολή του και στις 30/9/1922 συνελήφθη και φυλακίστηκε από τους Κεμαλικούς. Στη φυλακή βασανίστηκε φρικτά και στις 3 Οκτ. 1922 θανατώθηκε μαζί με άλλους ιερείς και προκρίτους των Κυδωνιών που είχαν επίσης συλληφθεί.
Στον Μακεδονικό Αγώνα έδρασαν και πολλοί ένοπλοι και πράκτορες Μικρασιάτες Μακεδονομάχοι. Ανάμεσα σε αυτούς ήταν ο καπετάν Αλέξανδρος Ευρυθιώτης από το Αϊβαλί της Μικράς Ασίας που δημιούργησε δικό του δεκαπενταμελές αντάρτικο σώμα στις περιοχές Μπέλες, Πορροϊων, Πετριτσίου και Μελενίκου και έγινε γενικός αρχηγός των αντάρτικων σωμάτων, ο Γεώργιος Τόμπρας από τους πρωταγωνιστές του Μακεδονικού Αγώνα γνωστός ως «Καπετάν Ρουπακιάς» και ο καπετάν Στρατής από το Αδραμύττιο της Μικράς Ασίας ο οποίος ήταν εθελοντής, αρχηγός σώματος μακεδονομάχων στην περιοχή των Σερρών. Στην Καβάλα έδρασε ο Στυλιανός Μαυρομιχάλης, αρχικά σημαιοφόρος του Πολεμικού Ναυτικού, και μετέπειτα γραμματέας στο Ελληνικό Υποπροξενείο Καβάλας με μυστική αποστολή την οργάνωση του Εθνικού Κέντρου Καβάλας και τον συντονισμό του Μακεδονικού Αγώνα στην περιοχή. Άλλοι Μικρασιάτες Μακεδονομάχοι ήταν ο Μιλτιάδης Τσιομανέλης από τη Θίβαλη Μ. Ασίας, ο Καππαδόκης ιερέας Ιωακείμ Ανανιάδης από τη Νίγδη, ο Μιλτιάδης Ζερβός από τις Κυδωνιές, ο Ιωάννης Ιωαννίδης δάσκαλος και οπλίτης από την Κιουτάχεια, ο Γεώργιος Χωναίος που ήταν Διερμηνεύς του Ελληνικού Προξενείου Θεσσαλονίκης, ο Γεώργιος Γιαγκλής με καταγωγή από τα Μοσχονήσια που έδρασε στη Χαλκιδική καθώς και πολλοί άλλοι.
Ο μητροπολίτης Δράμας Άγιος Χρυσόστομος (ο μετέπειτα μάρτυρας Μητροπολίτης Σμύρνης +1922), συντονιστής του Μακεδονικού Αγώνα στην Ανατολική Μακεδονία.