Το παρακάτω κείμενο διάβασε ο Θοδωρής Κοντάρας στο Ομήρειο της Χίου,πριν από κάποια χρόνια , καλεσμένος του Μικρασιατικού Συλλόγου «Φάρος» Βαρβασίου,σε μια συναυλία για το μικρασιάτικο τραγούδι,με την κομπανία της Κατερίνας Τσιρίδου).
…Απόψε ας ταξιδέψομε νοερά από τη μυροβόλο Χίο στη γη της Μικρασίας, που είναι καρσί κι’ αγνάντια μας, στην ανατολική ακτή του Αιγαίου. Κι ας φέρομε πάλι στο νου μας τα λαδοχώρια του Αδραμυττιού, το Αϊβαλί και το Μοσκονήσι με τους παλικαράδες τους,την Πέργαμο την ξακουστή και την ωραία Σμύρνη, το κάστρο του Τσεσμέ και τον αρχαίο λόφο των Ερυθρών με την Αγιά Ματρώνα του, τσι γόνιμοι κάμποι τση Μαγνησιάς, του Κασαμπά και τση Μαινεμένης, τσι τουζλάδες τση Φώκιας,τ’ Αλάτσατα και τα Βουρλά με τσ’ αγύριστους αμπελώνες, το θαλασσοθρεμμένο Γκλεζονήσι και τ’ απόμακρα καραμπουρνιώτικα χωριαδάκια.Τα μέρη της Εφέσου με τα συκοπερίβολα,τσ’ ελιές και τον Άη-Γιάννη τους, τα Σώκια και το μαρτυρικό Αϊντίνι, τσι κερασιές του Νυφιού και τση Πάρσας, τα μακρινά Μούγλα, τα Κούλα και τη Μέλισσο, το αγέρωχο Πετρούμι, τη Μάκρη και το ρημαγμένο κουφάρι του Λιβισιού και τόσα άλλα πολυαγαπημένα μέρη της πατρογονικής μας γης.
Θυμήθηκα τους Ερυθραιώτες πρόσφυγες που ηκαθόντουστε στα αιγαιοπελαγίτικα ακρογιάλια, ιδίως τα χιώτικα, και για χρόνια ηστυλώνανε τα μάτια ντως καρσί κ’ ηβλέπανε τη γη ντως με την καρδιά καμμένη.
“Πότες θα κάνομε πανιά,να κάτσω στο τεμόνι,να βλέπω το Ρεΐσντερε,να μου διαβούν οι πόνοι”,τραγουδούσαν με απέραντη νοσταλγία οι πρόσφυγες.
Έτσι κι εμείς θα κάνομε απόψε πανιά για τα καρσινά παράλια.
Με τα μάτια της ψυχής και με τα φτερά της μουσικής θα πετάξομε στον πανέμορφο κόσμο της μικρασιάτικης μουσικής.
“Καρδιά μ’, αν είσ’ από γυαλί,βάστα να μη ραΐσεις
κι’ αν είσαι κι’ από σίδερο,τώρα να νταγιαντίσεις”.
Η μουσική των μικρασιατικών παραλίων, ιδίως αυτή της Σμύρνης, είναι από τα σημαντικότερα κεφάλαια της ελληνικής μουσικής παράδοσης και ίσως το σπουδαιότερο στοιχείο πολιτισμού που διέσωσαν οι πρόσφυγες Μικρασιάτες με τον ερχομό τους στην Ελλάδα.
Μπορεί οι πρόσφυγοι να ήρταν με την ψυχή στο στόμα ντως, αξεβράκωτοι κι αξυπόλητοι ή, στην καλύτερη περίπτωση, με έναν μπόγο,με κάνα-δυο ‘κονίσματα και κάνα πεντόλιρο βαθιά καταχωνιασμένο στα ρούχα ντως, όμως μέσα τους έκρυβαν έναν τεράστιο πλούτο πολιτισμικό, που αγγίζει κάθε πλευρά της ζωής.
Ανάμεσα στα πιο διαλεχτά στοιχεία ήταν και η μουσική τους παράδοση, που οι ρίζες της χάνονται στα βάθη των αιώνων.
Στην πρώϊμη αρχαιότητα, στα μέρη της Ιωνίας, όπου άκμασαν λαμπρές ελληνικές πόλεις, αναπτύχθηκε ένα είδος μουσικό που ονομάζεται ιαστί αρμονία, δηλαδή ιωνική μελωδία.Αυτή η ιαστί αρμονία συνδυάζει στοιχεία λυδικά, φρυγικά κι ελληνικά, ιωνικά ή αιολικά. Χαρακτηρίζεται από λυρισμό, ηδυπάθεια, τρυφερότητα κι ερωτισμό, στοιχεία που συναντάμε ολοφάνερα και στο νεότερο σμυρναίικο τραγούδι.
Η σπουδαιότητα, η ομορφιά και η γοητεία της ιωνικής μουσικής δεν είναι τυχαία.
Η Ιωνία και γενικά τα μικρασιάτικα παράλια από την αρχαιότητα υπήρξαν σταυροδρόμι λαών και πολιτισμών. Εδώ κατέληγαν οι εμπορικοί δρόμοι της Μικρασίας κι από ‘δώ περνούσαν συνεχώς κατακτητές, αλλά κι αμέτρητα καράβια από όλες τις χώρες της Μεσογείου, που κουβαλούσαν τα πλούτη του ντουνιά, εμπορεύματα, νοοτροπίες, πολιτισμό κι ιδέες.
Όπως είναι φυσικό, ανέκαθεν η περιοχή υπήρξε κοσμοπολίτικη όσο καμιά άλλη στην Ελλάδα, ένας τόπος ευρύτατης ανταλλαγής προϊόντων και ιδεών, υλικών και πνευματικών στοιχείων πολιτισμού.
Αυτό το χαρακτηριστικό διατηρήθηκε μέχρι την Καταστροφή του ’22.
Όλοι οι κατακτητές, οι μετανάστες, οι ταξιδιώτες κι οι περαστικοί έδωσαν και πήραν από την Ιωνία και κυρίως από τις μεγάλες πόλεις της,την Έφεσο, από τα αρχαία χρόνια έως τον 13ο αιώνα και τη Σμύρνη, μια από τις μήτρες του νεότερου Ελληνισμού, μετά τον 16ο αιώνα.
Αυτός ο κοσμοπολίτικος αέρας, εκτός των άλλων, φαίνεται ξεκάθαρα στη μικρασιάτικη μουσική,η οποία συνδυάζει πάμπολλα στοιχεία, ελληνικά και ξένα, γι’ αυτό θεωρείται και ξεχωριστή, μοναδική και πολυαγαπημένη μέχρι σήμερα.
Τα στοιχεία, που τη συνθέτουν, αναμείχτηκαν, δουλεύτηκαν κι αφομοιώθηκαν στο πέρασμα των αιώνων, με αποτέλεσμα αυτό το ιδιαίτερο είδος της ελληνικής μουσικής που ονομάζομε σμυρναίικο τραγούδι. Έλληνες, Τούρκοι, λογιώ λογιών Ευρωπαίοι,Αρμένηδες, Εβραίοι, Πέρσες, Άραβες και γενικά κάθε καρυδιάς καρύδι άφηναν στην Ιωνία και κάτι από τη μουσική τους.
Όλοι έχουν βάλει το πετραδάκι τους στο απίθανο κι εντυπωσιακό μωσαϊκό της σμυρναίικης μουσικής παράδοσης, έτσι όπως το ξέρομε τα τελευταία 200 χρόνια.
Τοπικές γεωγραφικές ενότητες της μουσικής παράδοσης στην Αιγαιακή Μικρασία θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι:
1) στα βόρεια, η περιοχή των Δαρδανελίων και της Τροίας, που ανήκει περισσότερο στο μουσικό ύφος της Προποντίδας παρά της Ιωνίας και η περιοχή του Αϊβαλιού, της Μαινεμένης και της Περγάμου, που έχει στενότατη σχέση με τη μουσική της Λέσβου.
2) η περιοχή της Ερυθραίας και της Φώκαιας, με τοπικά κέντρα κυρίως τις Φώκιες, τα Αλάτσατα, τον Τσεσμέ, το Μελί και τα Βουρλά. Η μουσική τους συγγενεύει αρκετά με αυτήν της Χίου και των Κυκλάδων.
3) η περιοχή της Εφέσου και των ελληνικών χωριών του Μαιάνδρου, που συνδέεται μουσικά και με τη Σάμο.
4) τα νότια παράλια, με κέντρα την Αλικαρνασσό, τη Μάκρη και το Λιβίσι, που σχετίζονται άμεσα με τα γειτονικά Δωδεκάνησα.
5) οι περιοχές των εσωτερικών κοιλάδων, δηλαδή τα σπουδαία ελληνικά κέντρα Μαγνησιά, Σόμα, Κίρκαγατς, Αξάρι, Φιλαδέλφεια, Κούλα, Κασαμπάς, Σαλιχλί, Μπαϊντίρι, Θείρα, Οντεμίσι κ.ά. που η μουσική τους έχει συχνές επιρροές από το τουρκικό τραγούδι, αλλά και έντονο βυζαντινό ύφος.
6) η περιοχή της Σμύρνης και των κοντινών προαστίων και χωριών της (Μπουρνόβα, Μπουτζά, Σεβντίκιοϊ, Κορδελιό, Κουκλουτζά, Νύφιο κλπ.). Η μουσική της Σμύρνης επιδρά καταλυτικά στο μουσικοχορευτικό ύφος όλης της Ιωνίας. Από τη Σμύρνη προέρχονται πολλοί μουσικοί, τραγούδια και μουσικές μόδες που κατακλύζουν τα χωριά και τις επαρχίες της Μικρασίας, αλλά και τα κοντινά νησιά.
Στη Σμύρνη διαμορφώνεται το μουσικό κλίμα που διαχέεται στα μικρασιάτικα παράλια και στο Αιγαίο ολόκληρο κι επηρεάζει τις ντόπιες μουσικές κάθε περιοχής, αλλά και γενικά το ελληνικό τραγούδι, ρεμπέτικο και λαϊκό,μετά το 1922.
Στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα, η μουσική των μικρασιατικών παραλίων βρίσκεται σε κάθε στιγμή και σε κάθε εκδήλωση στον κύκλο της ζωής, από τη γέννηση ως το θάνατο, στις γειτονιές και στα σοκάκια,στα σπίτια και στα κέντρα διασκέδασης,στη δουλειά, στη γιορτή και στο πανηγύρι. Περιλαμβάνει μελωδίες και τραγούδια τριών κύριων κατηγοριών:
–τα γνήσια δημοτικά, που άλλα είναι καθαρά μικρασιάτικα, με πάμπολλες τοπικές παραλλαγές, κι άλλα εισηγμένα από την ηπειρωτική Ελλάδα ή τα νησιά, ατόφια ή λίγο-πολύ παραλλαγμένα.
–τα αστικά τραγούδια, επηρεασμένα πολύ από την ευρωπαϊκή μουσική. Είναι συνθέσεις λαϊκές ή επώνυμες, προερχόμενες από τη Σμύρνη,την Πόλη, την Αθήνα ή τα Επτάνησα.
–τα τραγούδια διαφόρων συνθετών, στο ντόπιο ύφος της λεγόμενης σμυρναίικης σχολής, που συνέχισε τη μουσική ζωή της και στην Αθήνα, μετά το ‘22.
Και 4 διάφορα ξενικής προελεύσεως τραγούδια, ιταλικά και γαλλικά, αρμένικα, τούρκικα, εβραίϊκα, αράπικα, κιούρτικα και σλαβορουμάνικα (βαλκανικά), άλλοτε ατόφια κι άλλοτε προσαρμοσμένα στην ελληνική γλώσσα και ενσωματωμένα στο τοπικό ύφος (όπως π.χ. το Γιαρούμπι και το ήχασα μαντίλι).
Έτσι λοιπόν, αν μπορούσαμε να βρεθούμε ξαφνικά με τη μηχανή του χρόνου στη Δυτική Μικρασία του 1900, θα ακούγαμε τραγούδια της αγάπης σεβνταλίδικα και συναισθηματικά, λυρικές πατινάδες τσ’ αυγής, τζιβαέρια και τρυφερά ναναρίσματα, βυζαντινά επικά τραγούδια με τα κατορθώματα των ακριτών και χαριτωμένα μελιστάλαχτα ερωτοτράγουδα σε απέραντη ποικιλία, σκοπούς της θάλασσας, της δουλειάς και της αγροτικής ζωής, πολύστιχα αφηγηματικά άσματα παλαιότατης καταγωγής (όπως του κάστρου της Ωριάς, του νεκρού αδερφού,της Σούσας, του Άη-Γιώργη και του κυρ-Βοριά) κι επαινετικά δίστιχα του γάμου, δυτικότροπες καντάδες και κωσταντινουπολίτικα σουξέ της εποχής, κλέφτικα παλιολλαδίτικα και ποθοπλάνταχτους ανατολίτικους αμανέδες, διονυσιακούς σκοπούς της παρέας, της χαράς, του χορού και του γλεντιού, σκωπτικά κι αρσίζικα αποκριάτικα τραγούδια, αθηναϊκές οπερέτες κι’ ιταλικές καντσονέτες, ασίκικα τούρκικα τραγούδια και ντερτιλίδικα σμυρναίικα μινοράκια, ηθικοπλαστικές ρίμες και σπαραξικάρδια μοιριολόγια, θρησκευτικά τραγούδια και κάλαντρα.
Συχνά θα βλέπαμε επίσης να τα συνοδεύουν χοροί συρτοί και μπάλλοι σε αφάνταστη ποικιλία, δετοί αποκριάτικοι κι’ ευρωπαϊκές καντρίλιες, βαριοί ή αλέστικοι καρσιλαμάδες και τσαχπίνικα κασάπικα, σούστες και πηδηχτοί νησιώτικοι χοροί, ρουμάνικες χόρες και σλάβικες σίρμπες, ηδυπαθή λικνιστικά τσιφτετέλια, ναζιάρικα βαλσάκια και μερακλίδικα ζεϊμπέκικα, που όλα τους συνθέτουν το θαυμαστό και πολυποίκιλο μελωδικό ψηφιδωτό της ιωνικής μουσικοχορευτικής κληρονομιάς μας.
Στη Σμύρνη κάθε ράγκο είχε τη μουσική του.
Οι αριστοκράτες διασκέδαζαν με πιάνα, τραγουδώντας οπερέτες, λυρικά ευρωπαϊκά άσματα, άριες από όπερες και ερωτικά τραγούδια της μόδας. Η μεσαία τάξη αρέσκονταν σε τραγουδάκια του συρμού, σε αστικά δημοτικοφανή (όπως η Κορδελιώτισσα ή η Μπουρνοβαλιά), σε ξένα σουξέ, σε τραγούδια καθαυτό σμυρναίικα ή παλιολλαδίτικα εισηγμένα, κυρίως πατριωτικά, κλέφτικα κλπ., και σε μελωδίες διαφόρων προελεύσεων. Το μπάσσο ράγκο – η κατώτερη τάξη – προτιμούσε τα γνήσια δημοτικά, τις τούρκικες, εβραίικες ή αρμένικες λαϊκές επιτυχίες, ακόμη και τα ρεμπέτικα ή τα τραγούδια των καταγωγίων.
Σπουδαίο ρόλο στα μουσικά πράγματα της Ιωνίας έπαιξαν μετά το 1900 και οι εστουδιαντίνες της Σμύρνης, που καλλιέργησαν συστηματικά τη μουσική και το λαϊκό τραγούδι και ηχογράφησαν πολλούς δίσκους φωνογράφου.
Κομπανίες με μουσικούς και τραγουδιστές κυρίως Έλληνες, αλλά κι Αρμένηδες, Εβραίους και Τούρκους, έπαιζαν για το κοινό σε διάφορα κέντρα διασκέδασης, όπου σύχναζαν οι κάτοικοι, αναλοής με το ράγκο ντως – την κοινωνική τους τάξη. Τους συνόδευαν συχνά Ρωμιές, Τουρκοπούλες, Οβριές, Λεβαντίνες, Ταλιάνες και Φραντσέζες, Γύφτισσες, Βλάχες κι Ουγγαρέζες που χόρευαν και τραγουδούσαν μπροστά σε ένα κοινό προερχόμενο απ’ ούλα τα μιλέτια τσ’ Ανατολής και τση Δύσης.
Σε μπιραρίες, ξενοδοχεία και ταβέρνες, σε καφέ αμάν και καφέ σαντάν, σε θέατρα και λέσχες ακούγονταν κάθε λογής τραγούδια. Βιολιά, σαντούρια, ούτια και κανονάκια, σάζια, λαβούτα, ζίλια και κόψες, τουμπελέκια, κλαρίνα, ταμπουράδες και μπουζούκια, κορνέτες, καραμούζες, λατέρνες, κιθάρες και μαντολίνα, ακόμα και νταβάδες, κρασοπότηρα ή κουτάλια δημιουργούσαν μια μουσική πανδαισία ανεπανάληπτη και μοναδική. Αλάκερη η Σμύρνη ητραγούδαε κ’ ηχόρευγε και ματζί τσης ητραγούδαε κι ούλη η Ρωμιοσύνη τσ’ Ανατολής, κοντά με τσι Τούρκοι και με τσι Οβραίοι, με τσι Λεβαντίνοι, τσ’ Αρμεναίοι και μ’ ούλο το ντουνιά!
Κι απάνου στα μεράκια ντως και στα ντουτζένια ντως, τσ’ ακριβές ώρες, οι μαχαλάδες αντιβουίζανε αφ’ το σμυρναίικο μινόρε, το πιο λιγωτικό, παθιάρικο και μελωδικό τραγούδι τση Σμύρνης!
“Όγοιος μ’ ακούει που τραγουδώ,θαρρεί δεν έχω πόνο,
μα ‘γώ με το τραγούδι μουτον πόνο μου μερώνω”.
Στα παναΰρια και στσι γάμοι ηγενούτανε το σώσε. Ονομαστοί μουσικοί κάθε τόπου ή κομπανίες καλεσμένες από τη Σμύρνη κι άλλες πόλεις παίζανε για μέρες κι ο κόσμος διασκέδαζε, χόρευε και τραγουδούσε με την ψυχή του. Αντιλαλούσε ο τόπος από τις εκπληκτικές μελωδίες του αφτάλικου, του συρτού και του μπάλλου, από τα τζιβαέρια, τα μινοράκια και τα μανεδάκια. Ξακουστά ήταν τα θρησκευτικά πανηγύρια της Παναγιάς στο Μπουρνόβα,τα Βουρλά, το Αϊβαλί, τα Αλάτσατα, τα Μούγλα και τη Νέα Φώκαια, της Αγ. Αναστασίας στο Χορόσκιοϊ τση Μανησάς, του Άη-Γιώργη στο Γκιούλμπαξε, στην Πέργαμο και το Αϊβαλί,της Αγιά-Παρασκευής στη Μαινεμένη,του Άη-Γιάννη στο Σεβντίκιοϊ, στο Μπουτζά, στο Γέροντα, στον Κιρκιντζέ και στο Μελί κι άλλα πολλά, όπου συνέρρεαν χιλιάδες προσκυνητές και πανηγυριώτες απ’ όλη την περιφέρεια.
Και στην προσφυγιά επέζησε το τραγούδι της Μικρασίας. Οι παράγκες κι οι συνοικισμοί πλημμύριζαν κάθε βράδυ με τα προσφυγίτικα τραγούδια, με τα οποία οι Μικρασιάτες έσβηναν τον καημό τους κι απάλυναν τον πόνο τους για τη χαμένη Πατρίδα.
Η μουσική και τα τραγούδια της ελληνικής Ανατολής δημιουργούν ένα πολύ γοητευτικό σύνολο που παραμένει μέχρι σήμερα ζωντανό κι’ ελκυστικό για πάρα πολλούς Έλληνες, πρόσφυγες και γηγενείς. Με την ιδιότυπη γλώσσα και τον υψηλό ποιητικό λόγο, με την ιδιορρυθμία και τη μελωδικότητα των ήχων και των οργάνων, με τη γνησιότητα, τη σπάνια ομορφιά και τη μαγική της δύναμη, με το πηγαίο ύφος και την εξαιρετική ποιότητά της, πάντοτε μας συγκινεί και μας συναρπάζει. Γιατί η ιωνική μουσική είναι τέχνη μεγάλη και σπουδαία, με ύφος μοναδικό κι’ απαράμιλλο ήθος και αποτελεί έναν από τους μυστικούς ομφάλιους λώρους που μας δένουν άρρηκτα με τις ιστορικές ελληνικές πατρίδες της Μικρασίας.
“Τραγούδησε, καρδούλα μου, ως τραγουδούσες πρώτα… Τραγούδησε με μεράκι κι ερωτισμό, με σεβντά κι ασικλίκι, με ηδυπάθεια και σεκλέτι, με νταλκά, με πόνο και παραπονιάρικη φωνή, με ντέρτι και τρυφερότητα, με καημό, νωχέλεια και κέφι, με την ιαστί αρμονία, με τους βυζαντινούς μουσικούς δρόμους και με τα αραβοπερσικά μακάμια, έτσι όπως ταιριάζει κι όπως αρέσει στη Ρωμιοσύνη όπου γη”.
Θοδωρής Κοντάρας – Φιλόλογος.
–
Γλωσσάριο:
• Καρσί/απέναντι.
• Τζιβαέρι/ηδυπαθές ερωτικό τραγούδι.
• Αρσίζικα/πρόστυχα, αισχρά.
• Ρίμα/πολύστιχο τραγούδι που συνήθως απαγγέλλεται, δεν τραγουδιέται.
• Κάλαντρα/κάλαντα.
• Αλέστικος/πεταχτός, εύθυμος.
• Χόρα/εύθυμη και γρήγορη ρουμάνικη μελωδία.
• Σίρμπα/γρήγορη σέρβικη μελωδία, σέρβικο.
• Ράγκο/κοινωνική τάξη.
• Αναλοής/αναλόγως.
• Βλάχα/Ρουμάνα.
• Μιλέτι/έθνος, φυλή.
• Κόψα/είδος έγχορδου οργάνου.
• Νταβάς, ταβάς/μπακιρένιο ταψί.
• Ντουτζένι/λάβρα, πόθος.
• Αφτάλικο/είδος ζεϊμπέκικου.
• Ασικλίκι/ερωτισμός, λεβεντιά.
• Σεκλέτι/καημός, στενοχώρια, έννοια.
• Νταλκάς/πάθος, κάψα
• Μακάμι/μουσικός δρόμος, τρόπος μελωδικός.
142