Τοµπάζης /Τουµπάζης – Γιακουµάκης Μανώλης
Ιδιότητα Ναυτικός, πλοικτήτης, έµπορος, πολιτικός και ναυτικός του Αγώνα
Τόπος καταγωγής,Βουρλά Μ.Ασίας.Τόπος γέννησης,Ύδρα το 1784.Τόπος θανάτου,Ύδρα στις 16 Μα’ι’ου 1831.
Βιογραφικά στοιχεία.
Γόνος της παλαιάς και σηµαντικής υδραϊκής οικογένειας Γιακουµάκη (το επώνυµο Τοµπάζης ή Τουµπάζης καθιερώνεται µετά το 1816) µεκαταγωγή -κατά τον Γ. Κριεζή- από τα Βουρλά της Μ.Ασίας, η οποία εγκαταστάθηκε στην Ύδρα το 1668. Ήταν γιος του Νικόλαου Γιακουµάκη-Τοµπάζη (1759 – 1816) και της Αννας Μαραϊτη -οικογένεια µε καταγωγήαπό την Τροιζήνα που µετοίκησε στην Ύδρα το 1641- και αδελφός του Γιακουµάκη Τοµπάζη.
Ο πατέρας του Νικόλαος ασχολήθηκε επιτυχώς µε ναυτικές-εµπορικέςεπιχειρήσεις και ως ένας από τους “οικοκυραίους” του νησιού συµµετειχε στην τοπική διοίκηση. Εισήλθε από πολύ νεαρή ηλικία στο ναυτικό επάγγελµα, όπως άλλωστε οι περισσότεροι γόνοι των πλούσιων ναυτικών οικογενειών του νησιού.
Ανήκε στην οµάδα των προκρίτων που Κατά τα πρώτα έτη της επανάστασης
αντιµετώπισαν επιφυλακτικά την προοπτική της εξέγερσης και ήταν ένας
από εκείνους που πρωταγωνίστησαν στην ανατροπή του Αντώνη Οικονόµου
από τη διοίκηση της Ύδρας (12 Μαϊου 1821). Στη συνέχεια, συµµετείχε σε
ναυτικές πολεµικές επιχειρήσεις µε σηµαντικότερη στη ναυµαχία της
Πάτρας (20 Φεβρουαρίου 1822) εναντιον του οθωµανικού στολου υπό τον
Γιβραλτάρ Ισµαήλ Μπέη. Παράλληλα, δραστηριιοποιήθηκε στο πεδίο της
πολιτικής συµµετέχοντας ως πληρεξούσιος Ύδρας στην Εθνοσυνέλευση της
Επιδαύρου (20 Δεκεµβρίου 1821- 16 Ιανουαρίου 1822) και στην
Εθνοσυνέλευση του Άστρους (10 – 30 Απριλίου 1823).
Στη διάρκεια των εργασιών της συνέλευσης έγινε δεκτή αίτηση Κρητικών
εκπροσώπων που ζητούσαν την αντικατάσταση του καθαιρεθέντος, από τις
15 Νοεµβρίου 1822, “αρχιστρατήγου και διοικητή Κρήτης” Μιχαήλ
Αφεντούλιεφ, µε τον Μανώλη Τοµπάζη. Ο Τοµπάζης διορίστηκε επισήµως
µε έγγραφο του υπουργού Εσωτερικών Γρηγορίου Δικαίου-Παπαφλέσσα ( 2
Μαϊου 1823) και έφτασε στο Λιµένι της Κισσάµου στις 22 Μαϊου µε την
ιδιόκτητη γολέτα “Τερψιχόρη”. Τρεις ηµέρες αργότερα επέτυχε τη δια
συνθήκης, παράδοση του φρουρίου του Κισσάµου από τις δυνάµεις του
Χατζή Ντερβίς Γενιτσάραγα και τον Χασάν Αγά Εµιναδάκη. Συνέχισε την
πολεµική δραστηριότητά του συµµετέχοντας στην νικηφόρα µάχη στη θέση
“Εβλιγιά” Ρεθύµνου εναντίον των δυνάµεων του Οσµάν Πασά (25 Ιουλίου)
και στη θέση Αρµουγέλες όπου τα ελληνικά σώµατα ηττήθηκαν από τις
δυνάµεις του Χουσεϊν Μπέη.
Εγκατέλειψε την Κρήτη στις 12 Απριλίου αδυνατώντας να επιβληθεί στους
ντόπιους οπλαρχηγούς και έχοντας αποτύχει στις εκκλήσεις του για
αποστολή πολεµοφοδίων και στρατιωτών από την ελληνική κυβέρνηση.
Αποβιβάστηκε στο Ναύπλιο στις 16 Απριλίου 1825, µε σκοπό να επιτύχει
την αποστολή στρατιωτών και εφοδίων στο νησί. Οι προσπάθειές του όµως
απέτυχαν και ο ίδιος δεν επέστρεψε στο νησί.
Ακρόπτωρο πλοίου “Θεμιστοκλής” αδελφών Τομπάζη, βρίσκεται στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο.
Επιστρέφοντας στην Ελλάδα επανέρχεται εκ νέου στο ναυτικό αγώνα και
συµµετέχει στην αποτυχηµένη καταδροµική επιχείρηση πυρπόλησης του
αιγυπτιακού στόλου στο λιµάνι της Αλεξάνδρειας (29 Ιουλίου 1825), ως
κυβερνήτης του ιδιόκτητου πλοίου “Θεµιστοκλής”.
Επί Ιωάννη Καποδίστρια θα συµµετάσχει σε διοικητικές-στρατιωτικές
θέσεις, όπως η “Διεύθυνση Ναυτικών Υποθέσεων”, και θα αποσταλεί εκ
νέου στην Κρήτη για να οργανώσει µαζί µε το “Κρητικό Συµβούλιο” και το
διοικητή βαρόνο Eduard de Rheineck, φιλέλληνα ατό τη Σαξονία, τα της
αποστολής εκστρατευτικού σώµατος στο νησί. Το σώµα δεν θα φτάσει
ποτέ στην Κρήτη, καθώς οι Μεγάλες Δυνάµεις απέκλεισαν τη πιθανότητα
ένταξης του νησιού στο ελληνικό κράτος. Τέλος, θα συµµετάσχει ως
πληρεξούσιος Ύδρας στην Δ’ Εθνοσυνέλευση του Άργους (11 Ιουλίου – 6
Αυγούστου 1829). Αντίθετα από άλλους Υδραίους θα παραµείνει πιστός
στον Καποδίστρια, αλλά θα περάσει στην αντιπολίτευση µετά τη δολοφονία
του κυβερνήτη.
Είχε παντρευτεί την Ξανθή Σαχίνη-Κιοσσέ, κόρη ισχυρής υδραϊκής
οικογένειας προκρίτων και πλοιοκτητών και είχε αποκτήσει τρία παιδιά τον Νικόλαο Τοµπάζη (1815 – 1896), την Μάρια, σύζυγο Βασίλη
Μπουντούρη, και τη Χρυσίνα, σύζυγο Λάζαρου Γιουρδή.
Απεβίωσε στις 15 Μαΐου 1831 στην Ύδρα και ενταφιάστηκε στην Ιερά Μονή Ζωοδόχου Πηγής Καλαυρίας στον Πόρο, όπου διατηρείται ακόμα το μνήμα του.
Επιτύµβιο.(Συντάχθηκε από τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο).
Βλέπεις το δίπηχον τούτο µνήµα,
Γενναίον άνδρα µεσα κρατεί
Δεν τον εφόβησεν άγριον κύµα,
ούτε πολέµου σκληρά βροντή.
Βαρεία πλάκα τι τον σκεπάζεις;
Και εις τον τάφον µέσα νεκρός
πάλιν Μανώλης ζη ο Τουµπάζης,
λαµπρος πατρίδος υιός λαµπρός
……………….αωλα’ Μαΐου ις’.
Ιάκωβος Τομπάζης.
Με καταγωγή από τα Βουρλά της Σμύρνης και ο Ιάκωβος Τομπάζης, ο πρώτος ναύαρχος του ενωμένου ελληνικού στόλου, που κατατρόπωσε τους Τούρκους από θαλάσσης, αλλά και έσωσε χιλιάδες ψυχές από τη μανία τους, μεταφέροντάς τες στα ελληνικά καράβια. Η οικογένεια Τομπάζη ήρθε στήν Ύδρα τό 1668 από τά Βουρλά τής Σμύρνης. Ο Νικόλαος Τομπάζης ήταν από τούς πιό εύπορους κατοίκους τού νησιού καί υπέγραφε μέχρι τό 1816 ως Νικόλαος Γιακουμάκης.
Τό 1818, ο Ιάκωβος Τομπάζης έγινε μέλος τής Φιλικής Εταιρείας στην Κωνσταντινούπολη από τον Παναγιώτη Σέκερη και είχε συνεργασία με τους πρωτεργάτες της επανάστασης, όπως διαπιστώνεται από την σωζόμενη αλληλογραφία του. Ο Τομπάζης, αφιέρωσε όλη την περιουσία του για τον αγώνα, ενώ μετέτρεψε σε πολεμικά και τα τέσσερα πλοία του.
Ήταν ο πρώτος που εισηγήθηκε την χρήση πυρπολικών, που αποδείχτηκαν αναντικατάστατα όπλα στον Αγώνα του 1821. Συμμετείχε στην επιχείρηση εξέγερσης της Χίου η οποία όμως δεν είχε το αναμενόμενο αποτέλεσμα, και διηύθυνε την ναυμαχια της Ερεσσού όπου συντελέστηκε η πρώτη ναυτική επιτυχία του Αγώνα και έσπευσε στο Αϊβαλί (Κυδωνίες) ώστε να γλυτώσει όσο περισσότερο από τον άμαχο πληθυσμό μπορούσε από την εκδικητική μανία των Τούρκων. Συμμετείχε επίσης στην εκστρατεία διάσωσης της επαναστατημένης Σάμου, από την Οθωμανική πολιορκία.
Φιλικός και ναύαρχος της Ύδρας μόνο κατά το πρώτο έτος της Επανάστασης, ο Ιάκωβος ή Γιακουμάκης Τομπάζης αποτελεί – όπως και ο αδελφός του Μανώλης- σημαντική προσωπικότητα του ναυτικού αγώνα του Εικοσιένα. Η οικογένεια Τομπάζη ή Τουμπάζη, από τις αρχαιότερες της Ύδρας, εγκαταστάθηκε στο νησί το 1668, προερχόμενη από τα Βουρλά της επαρχίας Σμύρνης. Το αρχικό επίθετο της οικογένειας ήταν Γιακουμάκη και ο τελευταίος που το έφερε (μέχρι το 1816) ήταν ο προεστός Νικόλαος Γιακουμάκης, πατέρας των δύο αδελφών Ιακώβου (1782-1829) και Μανώλη (1784-1831). Το επώνυμο Τουμπάζης προήλθε από ένα είδος πλοίου των αδελφών, που ονομαζόταν τουμπάζι, σύμφωνα με τη γνωστή συνήθεια και άλλων οικογενειών της Ύδρας. Τα δύο αδέλφια έλαβαν τα εγκύκλια γράμματα στην Ύδρα, αλλά από μικρή ηλικία ακολούθησαν το ναυτικό βίο.
Κατά τον Αναστάσιο Γούδα και οι δύο ήταν «λίαν φιλομαθείς, φιλόκαλοι και περίεργοι», παρατηρητικοί και προοδευτικοί και «προηγούντο εις πάσας επί το βέλτιον μεταρρυθμίσεις, είτε των υδραϊκών πλοίων είτε του είδους του βίου είτε του καλλωπισμού των οικιών και των ενδυμάτων».
Ως χαρακτήρες ήταν διαφορετικοί. Ο μεν Μανώλης (ο οποίος στις 23 Απριλίου 1823 διορίστηκε αρμοστής της Κρήτης) διακρινόταν για τη δραστηριότητα και το επιχειρηματικό του πνεύμα, προσόντα χάρη στα οποία αποκτήθηκε το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας τους, ενώ ο Ιάκωβος ήταν πράος, υπομονετικός και υπεύθυνος, αλλά δεν διέθετε ηγετικές ικανότητες. Κατά τα πολλά τους ταξίδια και τη συναναστροφή τους με μορφωμένους Ευρωπαίους είχαν γνωρίσει το δυτικό πολιτισμό και έχαιραν της εκτιμήσεως πολλών φιλελλήνων, οι οποίοι επισκέπτονταν τότε την Ελλάδα και μάλιστα φιλοξενούνταν στο σπίτι τους. Ο Ιάκωβος επίσης είχε πολύ καλές για την εποχή του γνώσεις στη ναυτική και ναυπηγική τέχνη, όπως διαπιστώνεται από τα χειρόγραφά του.
Η γολέτα “Τερψιχόρη” των αδελφών Τομπάζη που είχε ως καπετάνιο τον Αλέξανδρο Ραφαήλ ή γνωστό ως Ραφαλιά.
Ο Ιάκωβος είχε μυηθεί στη Φιλική Εταιρεία από το 1818 και είχε συνεργασία με τους πρωτεργάτες της Επανάστασης, όπως διαπιστώνεται από τη σωζόμενη αλληλογραφία του με τους Αλέξανδρο Υψηλάντη, Παναγιώτη Μπόταση, Γρηγόριο Δικαίο – Παπαφλέσσα, Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη κ.ά. Από τη στιγμή που στην Ύδρα κηρύχθηκε η Επανάσταση, ο Ιάκωβος -όπως και ο αδελφός του- ένωσε τις δυνάμεις του και διέθεσε τα πλοία της οικογένειας στον κοινό αγώνα. Με απόφαση όλων των Υδραίων πλοιάρχων ορίστηκε αρχηγός του υδραίικου στόλου και στις 28 Απριλίου πάνω στη ναυαρχίδα του «Θεμιστοκλής» ορκίστηκε «εις την ελευθερίαν και εις την μέλλουσαν του Έθνους ανέγερσιν, παρόντων των αξιότιμων καπεταναίων της πατρίδος Ύδρας». Ακολούθησε η επιχείρηση εξέγερσης της Χίου, η οποία όμως δεν είχε το αναμενόμενο αποτέλεσμα.
Ένα μήνα αργότερα ο ναύαρχος Τομπάζης βρισκόταν μαζί με τις μοίρες των άλλων δύο ναυτικών νησιών στο βορειοανατολικό Αιγαίο για να εμποδίσει ενδεχόμενο απόπλου του τουρκικού στόλου από τα Δαρδανέλια. Στις αναμετρήσεις αυτές με τα εχθρικά και καθ’ όλα ισχυρότερα πλοία διαπιστώθηκε η αδυναμία των μικρών ελληνικών και τότε -πάλι στη ναυαρχίδα του Τομπάζη «Θεμιστοκλής»- αποφασίστηκε για πρώτη φορά η χρήση των πυρπολικών, που είχε τα γνωστά θετικά αποτελέσματα. Η επιτυχής επίθεση του Ψαριανού Παπανικολή τη νύχτα της 27ης Μαΐου 1821 στην Ερεσό αποτελεί το πρώτο ναυτικό κατόρθωμα του Αγώνα που ενθάρρυνε τον ενωμένο ελληνικό στόλο τόσο ώστε την επομένη έτρεψε σε φυγή τον έντρομο τουρκικό.
Στις 27 Μαΐου 1821 στις νοτιοδυτικές ακτές της Λέσβου στα νερά της Ερεσού ο Ψαριανός πυρπολητής Δημήτριος Παπανικολής ανατίναξε το τουρκικό δίκροτο με 74 πυροβόλα Μανσουριγιέ (Νικητής) παρασύροντας στο βυθό πάνω από χίλιους άνδρες. Ο στρατιωτικός διοικητής της Περγάμου έστειλε αντιδρώντας έξω από την πόλη 4.000 άνδρες, οι οποίοι ενισχύθηκαν από ατάκτους τους λεγόμενους ταγκαλοζεϊμπέκηδες. Ο πρόκριτος των Κυδωνιών Χατζη-Αθανάσης Χατζηγεωργίου ζήτησε από τον διοικητή της Περγάμου ν’ απομακρύνει το στρατό χωρίς αποτέλεσμα. Το πρωί της 2ας Ιουνίου 3.000 γενίτσαροι άρχισαν να εισβάλλουν στην πόλη. Τα ελληνικά πλοία με επικεφαλής το στόλαρχο Γιακουμάκη Τομπάζη έλαβαν επίκαιρες θέσεις. Οι κάτοικοι των Λευκών (νησίδα των Μοσχονησίων) διώχνουν τον Τούρκο αγά της περιοχής. Ο Χατζη-Αθανάσης Χατζηγεωργίου για να γλιτώσει τα χειρότερα, ζήτησε από τον Τομπάζη την απομάκρυνση του ελληνικού στόλου. Το γεγονός αυτό όμως οδήγησε τους Τούρκους σε ακόμη μεγαλύτερα έκτροπα. Ενώπιον αυτής της πραγματικότητας οι Κυδωνιάτες, ένοπλοι προσπαθούσαν ν’ αντισταθούν στους Τούρκους εισβολείς. Παράλληλα σώμα 1.000 Ελλήνων στρατιωτών αποβιβάζεται στην ακτή για την προστασία του ελληνικού πληθυσμού. Οι Τούρκοι βάζουν φωτιά σε είκοσι διαφορετικά σημεία της πόλης και την καταστρέφουν ολότελα. Οι απώλειες των Τούρκων ανήλθαν σε περισσότερους από 1.500 άνδρες ενώ υπήρξαν και 150 νεκροί και τραυματίες Έλληνες. Μεγάλος όμως ήταν και ο αριθμός των θυμάτων του άμαχου πληθυσμού των Κυδωνιατών. Από την καταστροφική μανία των Τούρκων δεν γλίτωσε ούτε η Ακαδημία των Κυδωνιών. Η μανία αυτή μάλιστα επεκτάθηκε κι έξω από την πόλη στους Έλληνες αγρότες των γειτονικών χωριών. Τα ελληνικά πλοία κατάφεραν να γλιτώσουν από βέβαιο θάνατο αρκετούς Έλληνες. Τους αποβίβασαν αρχικά στα Ψαρά κι από εκεί κατανεμήθηκαν σε διάφορα νησιά (Άνδρο, Κέα, Ύδρα, Τήνο, Σύρο, Σαλαμίνα κι αλλού). Το πλήθος των προσφύγων με βάση τις μαρτυρίες κυμαίνεται από 25.000-40.000.
Τον Ιούλιο του ίδιου χρόνου συμμετείχε στη ναυτική εκστρατεία διάσωσης της Σάμου, όπου ο οθωμανικός στόλος επιχείρησε την πολιορκία του επαναστατημένου νησιού. Το φθινόπωρο θα συμμετάσχει στις επιχειρήσεις στα δυτικά παράλια της Πελοποννήσου και στον Κορινθιακό κόλπο, ενώ στο εξής την ηγεσία του υδραίικου στόλου θα αναλάβει ο Μιαούλης, με τον οποίο ο Ιάκωβος Τομπάζης είχε συγγενικούς δεσμούς, αφού η κόρη του είχε παντρευτεί τον πρωτότοκο γιο του Μιαούλη, τον Δημήτρη. Ο Τομπάζης έκτοτε θα συμβάλει με κάθε τρόπο στον Αγώνα, διακρινόμενος για τη νηφαλιότητα, την πραότητα και την ηρεμία του χαρακτήρα του. Απεβίωσε το 1829 στην Ύδρα.
Η οδός Τομπάζη αφιερωμένη στην οικογένεια των Υδραίων καραβοκύρηδων που προσέφεραν πολλά στον αγώνα της ανεξαρτησίας και και συνέχιζαν να προσφέρουν στην ελεύθερη Ελλάδα. Στο βάθος ο ναός των Υδραίων του Πειραιά, ο Άγιος Νικόλαος.