NΕΟΦΥΤΟΣ ΒΑΡΔΑΛΑΧΟΣ ή ΒΑΡΔΑΛΑΣ
Αρχιερατικός Επίτροπος Βρυούλων 1869-1922
Ο θρησκευτικός ζήλος ήταν εξαιρετικά ανεπτυγμένος σε όλες τις πόλεις, τα χωριά και τους οικισμούς της Μικράς Ασίας, όπου κυριαρχούσε το ελληνικό στοιχείο. O κατά τόπους ενοριακός ναός ήταν το κέντρο κάθε κοινωνικής και πολιτισμικής δραστηριότητας, πάντοτε με την άοκνη προσπάθεια των ιερέων να κρατήσουν ψηλά το φρόνημα της χριστιανοσύνης μέσα σε ένα πολύ-θρησκευτικό και πολύ-πολιτισμικό περιβάλλον που είχε δημιουργηθεί από τις συνεχείς μετακινήσειςπληθυσμών προς τα παράλια της Μικράς Ασίας και την ενδοχώρα.
Ήταν επόμενο λοιπόν, το ιερατικό λειτούργημα να βρίσκεται τοποθετημένο ψηλά στην κλίμακα προτίμησης όλων όσων ήθελαν να ακολουθήσουν «τα γράμματα» και να σπουδάσουν είτε στα Ιεροσόλυμα, στην Θεολογική σχολή του Σταυρού, είτε στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης, στην Κωνσταντινούπολη ή ακόμα και στη Ριζάρειο Σχολή των Αθηνών. Πέρα μάλιστα από την ιερατική διακονία, η ιεροσύνη ήταν και μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για την απελευθέρωση της προσωπικότητας του κάθε ατόμου, αφού με το ιερατικό σχήμα αποκτούσε και τη δυνατότητα για κοινωνική δράση, δημιουργία, συλλογική προσφορά προς το σύνολο και κυρίως άνοιγε ένα απέραντο πεδίο για δυναμικό ποιμαντικό έργο μέσα στο περιβάλλον που λίγοι μπορούσαν να δραστηριοποιηθούν με τέτοια ευκολία. Οι θεολογικές σπουδές ήταν πάντα μια οδός «διαφυγής» για όλους εκείνους που ήθελαν να διακονήσουν την εκκλησία, να προσφέρουν στους συνανθρώπους τους, αλλά και τους άλλους που ήθελαν να ξεφύγουν από ένα καταπιεστικό περιβάλλον υποταγής και να ανοίξουν τα φτερά τους για άλλους κόσμους και άλλους ορίζοντες.
«Έχεις και γιο στα γράμματα και λέει το ψαλτήρι
να δώκει ο Θεός κι Παναγιά να βάλει πετραχήλι»
Αυτή ήταν μια ευχή στο νοικοκύρη και τη νοικοκυρά, στα κάλαντα των Χριστουγέννων στην πόλη των Αλατσάτων για το παιδί τους που ήθελε να σπουδάσει. Και ήταν πολλές οι οικογένειες που οδηγούσαν ένα από τα αγόρια τους στον ιερατικό κλάδο στέλνοντάς τα στις τότε Θεολογικές σχολές αντί να τα στείλουν στα μεγάλα σχολεία της Σμύρνης και της Χίου.
Στην άνθιση του ελληνικού στοιχείου της Μικράς Ασίας, οι ιερωμένοι ήταν σκορπισμένοι σε όλες τις πόλεις, τα χωριά και τους οικισμούς, αλλά και σε όλο τον κόσμο όπου διέπρεπε το ελληνικό στοιχείο της τότε μεγάλης διασποράς. Διακονούσαν με δύναμη και ακαταμάχητο θάρρος τις ενορίες τους, πρόσφεραν φιλανθρωπικό έργο, οργάνωναν σχολεία, βιβλιοθήκες και ιδρύματα, και προστάτευα τους πληθυσμούς από τις αυθαιρεσίες της τοπικής εξουσίας.
Ήταν επόμενο λοιπόν, με την Καταστροφή, να γίνουν ο πρωταρχικός στόχος εκδίκησης από τους αλλόθρησκους και την εξουσία τους, που πάντα είχε να τους αντιμετωπίσει στα διάφορα τοπικά προβλήματα και τις αυθαιρεσίες της, και που ποτέ δεν μπόρεσε να τους εξουδετερώσει. Χιλιάδες ιερωμένοι κάθε βαθμίδας βασανίστηκαν, προπηλακίστηκαν από το άγριο πλήθος και τέλος εκτελέστηκαν με τον πιο απάνθρωπο τρόπο.Ανάμεσα στα τόσα ονόματα ιερωμένων όλων των βαθμίδων της ιεραρχίας που μνημονεύονται είναι και ο Αρχιμανδρίτης Νεόφυτος Βαρδαλάχος ή Βαρδαλάς.
Στο Ηράκλειο Κρήτης υπάρχει οδός που μνημονεύει τον Αλατσατιανό αρχιερατικό επίτροπο των Βουρλών (Αλάτσατα 1869 -Βουρλά 1922) που σφαγιάστηκε τις μέρες του διωγμού.
Ήταν το Σεπτέμβριο του 1922, τότε που πολλές χιλιάδες Ελληνες εγκατέλειπαν την Πατρίδα για να σκορπιστούν στον ελλαδικό χώρο, αλλά και σε όλο τον υπόλοιπο κόσμο. Πρόσφυγες πια, και αφού πρώτα πέρασαν αρκετά χρόνια για να χωνέψουν αυτό το τραγικό παιγνίδι της μοίρας, κατάφεραν να κάνουν δεύτερη Πατρίδα τούς τόπους που τους φιλοξένησαν μετά την Καταστροφή.
Αιωνία η μνήμη Του.