Ὁ ἱστορικός τόπος τῶν Βουρλῶν ἦταν ξακουστός σέ ὅλη τήν ἀνατολή τόσο γιά τήν λεβεντιά καί ἀρχοντιά τῶν κατοίκων του – «στά Σάλωνα σφάζουν ἀρνιά καί στόν Βουτζά γελάδια, στά παινεμένα τά Βουρλά σφάζονται παλικάρια» -, τόσο γιά τήν νοικοκυροσύνη τους καί τήν τάξη του στά σπίτια καί στά ἀμπέλια τους- τά ἀμπέλια τῶν Βουρλιωτῶν ἦταν ὁλόκληρη ἐπιστήμη- ὅσο καί γιά τήν ἐφέστια εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς Ὁδηγήτριας, τῆς ἑπονομαζομένης «Παναγίας τῶν Βρυούλων».
Σ’ αὐτόν τόν ὄμορφο καί ἀλησμόνητο τόπο, τήν πατρίδα τῶν προγόνων μας, θά ταξιδέψουμε ὅσο μποροῦμε. Ὁ μεγάλος Βουρλιώτης ἱστορικός Νίκος Μηλιώρης γράφει χαρακτηριστικά στό βιβλίο του «Τά Βουρλά τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, μέρος α’ ἱστορικά» (Ἀθῆναι 1957): «Ἦταν ἕνας ὄμορφος, χαρούμενος, ὅσο μπορεῖ νά εἶναι ἡ χαρά στό δύσκολο αὐτό κόσμο, καί ἑλληνικός, ἀπό πολύ παλιά χρόνια τόπος τά Βουρλά». Ἡ ὀνομασία Βουρλά προῆλθε ἀπό μιά ξακουστή βυζαντινή οἰκογένεια, τούς Βρουλλάδες η Βουρλάδες.
Τά Βουρλά βρίσκονται ἀκριβῶς ἀπέναντι ἀπό τήν Χίο, στό κέντρο περίπου τῆς Ἐρυθραίας Χερσονήσου. Ἀπέχει ἀπό τήν Σμύρνη 40 περίπου χιλιόμετρα. Εἶχε ἕνα μικρό λιμάνι ἀπό ὅπου 3 φορές μέσα στήν ἑβδομάδα ὑπῆρχε τακτική συγκοινωνία μέ καΐκια καί σύντομα μέ βαποράκια ἀνάμεσα Σμύρνη – Βουρλά.
Ἰδιαίτερα τήν περίοδο τῆς ἐξαγωγῆς τῆς σταφίδας, μιά δύο φορές τήν ἑβδομάδα ἐρχόντουσαν σύγχρονα μεγάλα φορτηγά πλοία ὁλλανδικά, γερμανικά ἤ ἀγγλικά γιά νά ἀγοράσουν τήν περιβόητη βουρλιώτικη σταφίδα Οἱ Βουρλιῶτες εἶχαν πάθος μέ τήν σταφίδα. Κυρίως ἐξήγαγαν σουλτανίνα καί ροζακιά. Μόνο στήν Αὐστρία τό 1910 ἐξήγαγαν 80000 καντάρια (1 καντάρι= 50 κιλά). Ἡ κίνηση λοιπόν στό λιμανάκι, τήν Σκάλα ὅπως τό λέγανε, ἦταν ἰδιαίτερα αὐξημένη καί ζωηρή τήν περίοδο αὐτή. Παντοῦ βρίσκονταν ἀραγμένα τά μικρά ξύλινα κιβώτια μέ τήν πολύτιμη σταφίδα καί παντοῦ ἀκούγονταν οἱ πρόσχαρες φωνές τῶν Βουρλιωτῶν.
Οἱ μόνιμοι κάτοικοι τῆς Σκάλας ἦταν περίπου 500, ἕλληνες στήν πλειοψηφία. Ἀρκετοί ἀπό αὐτούς ἦταν Νάξιοι πού ἦρθαν ἀρχικά σάν ἐργάτες ἀμπελουργοί καί ἀργότερα ἔγιναν οἱ ἰδιοι νοικοκυραῖοι. Μόνο περίπου 30 μέ 40 ἦταν οἱ Τοῦρκοι, οἱ δημόσιοι ὑπάλληλοι, τελωνειακοί, λιμενικοί κλπ μέ τίς οἰκογένειές τους.
Στή Σκάλα παραθέριζαν πολλές οἰκογένειες πλούσιες ἀπό Σμύρνη καί Βουρλά ἀναμέσα στούς ὁποίους ἦταν καί ὁ μέγαλος μας ποιητής καί Βουρλιώτικης καταγωγῆς Γιῶργος Σεφέρης.
Στή Σκάλα τέλος ὑπῆρχε καί ἕνα μικρό ἐκκλησάκι ἀφιερωμένο στόν Ἁγ. νεομάρτυρα Νικόλαο-Νεκτάριο ὁ ὁποῖος ἦταν καί αὐτός Βουρλιώτης καί τιμᾶται ἐπίσημα ἀπό τήνἐκκλησία μας τήν ἡμέρα τοῦ μαρτυρίου του, στίς 11 Ἰουλίου.
Σήμερα κάθε φορά που βρισκόμαστε εκεί,περπατώντας στις εξοχές ή στα σοκάκια των Βουρλών και των τριγυρινών χωριών, βαδίζουμε στο χώρο και την ιστορία του, πάνω στα προγονικά μας χνάρια, από το νωχελικό Γκιούλμπαξε και τα αμμουδερά εγγλεζονησιώτικα ακρογιάλια ίσαμε τους απέραντους αμπελώνες και τους πολύβουους μαχαλάδες του Βουρλά. Το λιμανάκι της Σκάλας και οι κλαζομενιακές σαρκοφάγοι, οι βουρλιώτικοι κουλάδες με τις χρυσοφόρες κουρμούλες της σταφίδας, οι λόφοι της άφαντης πολιτείας και τα απέραντα τιμάρια της βυζαντινής οικογένειας των Βρουλάδων, τα λεσπέρικα σπίτια και τα αρχοντικά των φατόρων, ο Άη-Γιώργης ο Αρφανός κι η Βρυσάρα του Σιραμαχαλά θα μας πουν την ιστορία τους, από τα βάθη της ελληνικής αρχαιότητας μέχρι εκείνη την αξημέρωτη Κυριακή της 4ης Σεπτεμβρίου 1922, όταν το φως παραχώρησε τη θέση του στο έρεβος και πάγωσαν τα γέλια των κοριτσιών στα μάτια της θαυματουργής Παναγιάς της Βουρλιώτισσας.
Ενα ταξίδι στα Βουρλά,πάντα αποτελεί γιά μας προσκύνημα στην πατρογονική γη, που ακόμη μας πληγώνει με τις καυτές της μνήμες, για να νιώσουμε τον απόηχο της σφριγηλής, αλλά μαρτυρικής βουρλιώτικης Ρωμιοσύνης, η οποία υπήρξε από τον 18ο αιώνα μια από τις δυναμικότερες εστίες του νεότερου Ελληνισμού.