Οι πολυάριθμοι Αξώτες που έφτασαν στα Βουρλά μετά το 1821 και μέχρι το πόλεμο του 1897 ήταν κατά γενικό κανόνα εργάτες των αμπελιών . Ερχόμενοι εκεί βρίσκανε κάποιες οργανωμένες επιχειρήσεις τους ‘’οντάδες’’ , οι οποίες επωφελούνταν βέβαια από αυτούς , αλλά τους εξασφάλιζαν συγχρόνως στέγη τροφή και δουλειά .Οι περισσότεροι αν όχι όλοι οι Αξώτες που κατόπιν με τη προκοπή τους , την εξυπνάδα τους , τη λιτή ζωή και τις οικονομίες τους κατόρθωσαν να δημιουργήσει ο καθένας τους το μικρό ή το μεγάλο αμπέλι του , το σπιτικό του , να παντρευτεί και να νοικοκυρευτεί σαν Βουρλιώτης πια , από τους οντάδες αυτούς ξεκίνησαν .
Η οργάνωση των οντάδων όσο ιδιότυπη και κάπως πρωτόγονη και να ήταν , αποτελούσε ένα σημαντικό παράγοντα ζωής και προόδου . Οντάς = τούρκικη λέξη που σημαίνει δωμάτιο κυρίως ύπνου . Και η βάση πραγματικά των επιχειρήσεων αυτών ήταν μερικά σπίτια με 3 – 4 τέτοιους οντάδες . Τα κρεβάτια για να χωρούν περισσότερα ήταν σανίδες καρφωμένες πάνω σε δοκάρια στη σειρά στους τοίχους το ένα πάνω στο άλλο . Κάθε οντάς , και οντά πρέπει να θεωρούμε όλο το σπίτι , όλη την επιχείρηση είχε δύναμη 30 μέχρι 50 εργατών .
Ο επιχειρηματίας λεγόταν ‘’μάστορης ‘’ . Τέτοιοι αναφέρονται , Αξώτες όλοι τους , οι : Στεφανής Φαρδούλης , Βασίλης Κατσάνης , Γιώργης Κατσάνης , Νικόλας Μηλιώρης , Βασίλης Κοττάκης , Γιώργης Γρατσίας , Γιώργης Παπαδέλης και άλλοι δύο . Κάθε καινούργιος μετανάστης από τη Νάξο κατέφευγε σε έναν από τους μαστόρους αυτούς και αυτός τους εξασφάλιζε στέγη στον οντά του και συγχρόνως τον διέθετε , ανάλογα με τις ζητήσεις που είχε , στις δουλειές των αμπελιών αγάδων ή και χριστιανών νοικοκυραίων .
Την είσπραξη των ημερομισθίων την ενεργούσε ο μάστορης κρατούσε όμως τεφτέρια με ατομικό λογαριασμό για τον καθένα που τον χρέωνε με ότι του έδιδε κάθε μέρα για τη τροφή του και με δύο μετζήτια την εξαμηνία για το νοίκι του οντά .
Ο εργάτης έμενε στον οντά μέχρι να μαζέψουν κάποια χρήματα να αγοράσου το δικό τους αμπέλι ή να αγοράσουν και να εκχερσώσουν κάποια πλαγιά βουνού και να τη μετατρέψουν σε αμπέλι . Η τούρκικη νομοθεσία τους έδινε το δικαίωμα όταν εκχέρσωναν ένα κομμάτι γης και το μεταβάλανε σε αμπέλι να τους δίνει και την πλήρη κυριότητα του φορολογώντας τους κατόπιν με το φόρο της δεκάτης επί της σοδιάς της σταφίδας .
Οι πληροφορίες είναι από τον Νικόλαο Ε. Μηλιώρη και το βιβλίο του ΤΑ ΒΟΥΡΛΑ ΤΗΣ ΜΙΚΡΑΣ ΑΣΙΑΣ ΜΕΡΟΣ Α – ΙΣΤΟΡΙΚΑ .
ΟΡΕΙΝΟΣ ΑΞΩΤΗΣ email: giorgos.manolas@yahoo.gr
Αποκατάσταση της φωτόγραφίας σύμφωνα με το φίλο Stefanos Hatzistefanou :
Φίλε Φώτη με μεγάλη χαρά είδα την φωτογραφία που έβαλες με τίτλο ΦΩΤΟ:Βουρλά 1915.Tελευταίος δεξιά o Φιλάρετος Μηλιδώνης από Σαγκρί. Σε πληροφορώ ότι ο εν λόγω κύριος είναι ο παππούς μου από την μητέρα μου. Και ως εδώ καλά αλλά έχω να πω ότι η πρωτότυπη φωτό που έχω στο αρχείο μου είναι από το αμπέλι του παππού μεν αλλά είναι στην Βούλα δε. Ο παππούς γεννήθηκε στο Κιλισμάνι το 1908 με καταγωγή φυσικά από Νάξο, και ήταν το μικρότερο παιδί στην οικογένεια. Ο αδελφός του Γιώργος και ο πατέρας του Μανώλης θεωρούνται αγνοούμενοι. Κάπου υπάρχει μια σύγχυση. Για την ιστορία ο νέος αριστερά είναι ο Ματθαίος Κάσδαγλης αδελφός της γιαγιάς μου Άννας Κάσδαγλη Μηλιδώνη από τον Τσεσμέ διπλα στον παππου μου είναι ο Γιώργος Καραμιχάλης πρώτος εξάδελφος της γιαγιας μου. Η μητέρα του Σταματίνα ήταν αδελφή του Προπάππου μου Ανδρέα Κάσδαγλη. Δεν γνωρίζω τον κύριο που είναι δίπλα στον Καραμιχάλη και τον Κάσδαγλη. Την συγκεκριμένη φωτογραφία την είχα βάλει στην έκθεση που είχα στήσει τον περασμένο Σεπτέμβρη με θέμα το Μικρασιάτικο Σπίτι στη Βούλα.